Δικτυακός τόπος για τις Τεχνολογίες Audio, Video, HiFi, High End, Home Entertainment
Greek site for Audio Video & Home Entertainment technologies
Tελευταία Ενημερωση/Last Update: Τρίτη, 16/06/2020

avmentor.net
Go to
AVMENTOR.net

ΠΡΟΕΝΙΣΧΥΤΗΣ/ΤΕΛΙΚΟΣ ΕΝΙΣΧΥΤΗΣ

Lamm L2.1 Reference/M1.2 Reference

Lamm L2.1 Reference/M1.2 Reference

Η ακουστική αξιολόγηση των L2.1 Reference/M1.2 Reference έγινε με την τοποθέτησή τους στο σύστημα αναφοράς, προς αντικατάσταση του προενισχυτή Melos Plus Series Line και του τελικού ενισχυτή Parasound HCA3500. Οι Lamm κλήθηκαν να οδηγήσουν τα ηχεία αναφοράς (ATC SCM-50PSL) μέσα από μια μεγάλη ποικιλία πηγών, καθώς έμειναν στον χώρο δοκιμών για ένα ασυνήθιστα μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η εγκατάσταση τους δεν κρύβει αναπάντεχες δυσκολίες. Θα πρέπει, φυσικά να έχει κάποιος αρκετό χώρο για τα δύο σασί του προενισχυτή, και ένα καλά αεριζόμενο μέρος για να βάλει τους τελικούς οι οποίοι εκπέμπουν σημαντικά ποσά θερμότητας. Η καλύτερη επιλογή εδώ, είναι σε κάποια δική τους βάση στον ελεύθερο χώρο, ώστε να λειτουργούν οι ψύκτρες απρόσκοπτα. Με αυτά ως δεδομένα, το μόνο που πρέπει να κάνει ο χρήστης είναι να συνηθίσει λίγο τον χειρισμό του προενισχυτή τόσο στην επιλογή εισόδων όσο και στην χρήση του διπλού ρυθμιστικού στάθμης. Τίποτε από αυτά δεν θα πάρει πάνω από μία-δύο μέρες τυπικής χρήσης.

Η πρώτη εντύπωση που σχηματίζει κανείς είναι ότι έχει να κάνει με ένα σύστημα που έχει πολύ υψηλές επιδόσεις σε θέματα δυναμικής περιοχής. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι οι δυνατότητες οδήγησης είναι εξαιρετικές, καθώς φάνηκε ότι οι M1.2 Reference μπορούν να δημιουργήσουν εξαιρετικά υψηλές στάθμες χωρίς το παραμικρό ίχνος συμπίεσης, αλλά και το ότι ο προενισχυτής έχει εξαιρετικά χαμηλό θόρυβο, με αποτέλεσμα οι ηχητικές εικόνες να προβάλλονται σε ένα ιδιαίτερα σκοτεινό υπόβαθρο. Στην πραγματικότητα, αυτό που σε κερδίζει αμέσως με τους Lamm είναι τα μικροδυναμικά τους και οι δυνατότητες που αποκτά το σύστημα στο να περιγράψει την δυναμική αντίθεση. Σε σχέση με τους ενισχυτές αναφοράς, βρίσκονται σε πολύ υψηλότερο επίπεδο κάτι που γίνεται άμεσα και πέραν πάσης αμφιβολίας αισθητό, από την πρώτη στιγμή. Το σύστημα μοιάζει ανεξάντλητο με πρακτικά αμετάβλητο χαρακτήρα όταν οι στάθμες γίνονται πολύ υψηλές και είναι ένας από τους λίγους συνδυασμούς που έφθασε τα SCM-50 στα όρια τους, στον συγκεκριμένο χώρο. Και είναι εύκολο να φτάσεις στα όρια αυτά, καθώς δεν υπάρχουν δείγματα κόπωσης ή συμπίεσης ή τραχύτητας που να σε προειδοποιούν. Η διαύγεια του συστήματος με τους Lamm στην θέση των ενισχυτών ήταν πραγματικά η κορυφαία που έχουμε πάρει μέχρι σήμερα.

Lamm L2.1 Reference/M1.2 Reference Lamm L2.1 Reference/M1.2 Reference

Βεβαίως, τα δυναμικά δεν είναι το μόνο πράγμα που κάνει την διαφορά. Όταν ξεπεράσεις το αρχικό ξάφνιασμα, αρχίζεις να παρατηρείς τις λεπτομέρειες και ανακαλύπτεις ότι εκεί υπάρχουν σημαντικά πράγματα που προσφέρουν οι ενισχυτές. Ένα καλό παράδειγμα είναι η απόδοση των πολύ χαμηλών συχνοτήτων. Εδώ, το σύστημα απέδωσε εξαιρετικά, με κορυφαία έκταση, απόδοση του όγκου και της λεπτομέρειες και μια πολύ θετική αίσθηση ομοιογένειας. Γέμισε τον χώρο με εξαιρετική άνεση και δεν φάνηκε να “ιδρώνει” καθόλου, όταν στο παιχνίδι μπήκε και η ψηφιακή ισοστάθμιση του χώρου. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν, κατά περίπτωση, συγκλονιστικό, αποδεικνύοντας ότι η βασική πηγή αναφοράς (Teac Esoteric P70/D70) και το ηχείο έχουν πράγματα να δώσουν, τα οποία σε συνδυασμό με τους ενισχυτές αναφοράς δεν γίνονται τόσο σαφή. Συνολικά, είναι αρκετά ακριβές το να αναφερθεί ότι το σύστημα απογειώθηκε συνολικά σε ολόκληρη την περιοχή των χαμηλών συχνοτήτων, αποδίδοντας εξαιρετική αίσθηση της ισορροπίας, άψογη περιγραφή των μεγεθών και του όγκου, ρεαλιστική παρουσία των ακουστικών οργάνων και, επίσης, εξαιρετική απόδοση του ρυθμικού μέρους, με πολύ καλή αίσθηση της ταχύτητας, άψογο, χωρίς υπερβολές γέμισμα και κορυφαία απόδοση του παλμού.
Η μεσαία περιοχή αποτέλεσε μια φυσική συνέχεια των χαμηλών συχνοτήτων. Πραγματικά χειροπιαστή, καθόλου αδρή, με πολλές και σαφείς λεπτομέρειες, προβάλλεται στον χώρο με ιδιαίτερα πειστικό, ρεαλιστικό τρόπο, χωρίς ποτέ να καταπιέζει τον ακροατή ή να έχεις την αίσθηση ότι “φωνάζει”. Τα πάντα βρίσκονται εκεί και στις σωστές αναλογίες: οι μεμονωμένες πηγές με τον αέρα γύρω τους, η μεγάλη χορωδία με την διαφοροποίηση των ομάδων να είναι σαφής, οι ομάδες των εγχόρδων της συμφωνικής ορχήστρας με την κίνησή τους, χωρίς να διαγκωνίζονται και να ασφυκτιούν. Ο αέρας της σκηνής είναι εξαιρετικός και οι σόλο φωνές συγκλονιστικές, σχεδόν σαν να βρίσκονται μπροστά σου.

Αυτές είναι παρατηρήσεις που μας φέρνουν σε ένα από τα πιο δυνατά στοιχεία των Lamm, την απόδοση της στερεοφωνικής εικόνας. Η επιμονή της εταιρίας σε τεχνικές που μειώνουν της διαφωνία των καναλιών (από τον επιλογέα των εισόδων και το ρυθμιστικό στάθμης, μέχρι την απόσταση των βυσμάτων στον προενισχυτή και την μονομπλόκ αρχιτεκτονική στους τελικούς) αλλά και στην μεγάλη δυναμική περιοχή (κυρίως με τις επιλογές που έχουν γίνει στο κύκλωμα του προενισχυτή), έχουν, προφανώς, αποτέλεσμα. Η στερεοφωνική εικόνα που είναι σε θέση να δημιουργήσουν οι L2.1 και M1.2 είναι πραγματικά κορυφαία και, σίγουρα, το τελικό αποτέλεσμα που πήρα από το σύστημα είναι το καλύτερο που έχω ακούσει μέχρι σήμερα (το πιθανότερο, εφάμιλλο με αυτό των L2/M2.2 πριν από ένδεκα χρόνια). H σκηνή είναι σαφώς καθορισμένη σε πλάτος, ο εστιασμός εξαιρετικά σαφής και η αίσθηση του βάθους, του αέρα και της κίνησης βρίσκονται σε κορυφαία επίπεδα ρεαλισμού, με το τελικό αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά φυσικό και ανάγλυφο. Οι ενισχυτές της Lamm καταφέρνουν να είναι εξαιρετικά ουδέτεροι και διαυγείς, αφήνοντας την ηχογράφηση και τα υπόλοιπα μέρη του συστήματος να μιλήσουν. Αυτό το τελευταίο έχει και μια ήπια δόση... απειλής: Με τέτοια συμπεριφορά από τους ενισχυτές, καλόν είναι να προσέξεις τι θα βάλεις πριν και τι μετά, διότι είναι πιθανόν να εκτεθείς με τις επιλογές σου...
Για την απόδοση στην περιοχή των υψηλών συχνοτήτων, οι χαρακτηρισμοί δεν θα είναι διαφορετικοί από αυτούς που χρησιμοποίησα μέχρι τώρα. Οι Lamm έχουν έκταση, εξαιρετική ταχύτητα και προσφέρουν μια υπέροχη αίσθηση ισορροπίας και ουδετερότητας οι οποίες συνδυάζονται με την σωστή δόση φωτεινότητας στην απόδοση του αρμονικού πλούτου, χωρίς το παραμικρό ίχνος “ταυτότητας” ή απόκλισης προς κάποια άποψη. Ο όρος που ταιριάζει εδώ, είναι ότι οι ενισχυτές είναι ταυτόχρονα και “μουσικοί” και “ακριβείς”, αποτελώντας ένα πρώτης τάξης παράδειγμα για το ότι αυτά τα δύο χαρακτηριστικά δεν ανήκουν σε διαφορετικές φιλοσοφίες, απλώς είναι δύσκολο να τα έχεις ταυτόχρονα.

Τελικώς...

... ο συνδυασμός L2.1 Reference/M1.2 Reference επιτυγχάνει, με έναν εντυπωσιακά άνετο τρόπο, να προσεγγίσει τον ιδανικό ενισχυτή, αποτελώντας μια αλυσίδα κέρδους, με εξαιρετική απόδοση σε θέματα δυναμικής περιοχής, απόλυτη τονική ουδετερότητα, εξαιρετική στερεοφωνική εικόνα και πολύ σοβαρές δυνατότητες οδήγησης. Είναι δύσκολο να κρύψεις τον ενθουσιασμό σου απέναντι σε μια τέτοια επιτυχία, ακόμη και αν το κόστος τους κάνει τις συσκευές της Lamm να μην απευθύνονται παρά μόνο σε λίγους. Η ύπαρξή τους, ωστόσο, είναι ένα κάτι που πρέπει να ενδιαφέρει όλους, όσοι ασχολούνται με την υψηλή πιστότητα, καθώς θέτουν, χωρίς αμφιβολία, ένα επίπεδο αναφοράς, που δείχνει το τί είναι τεχνικώς εφικτό και είναι δύσκολο να ξεπεραστεί στην πράξη. Ακούστε τους σε πρώτη ευκαιρία γιατί πρόκειται για μια εμπειρία την οποία χρωστάει κάθε σοβαρός audiophile στο εαυτό του. Αν μπορείτε, μάλιστα, αγοράστε τους. Ξέρω ότι εγώ θα το έκανα.